Για τη συλλογή διηγημάτων «Η Μουριά στην Τούμπα και άλλα διηγήματα»


Όλοι έχουμε ζήσει κάποια ξενιτιά ή προσφυγιά. Οι περισσότεροι τουλάχιστον. Το λέω και μεταφορικά και κυριολεκτικά.

Της Αγγελικής Ταλιγκάρου, εκπαιδευτικού, Μέλους της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος (Ε.Λ.Β.Ε.)

Η δική μας γενιά έζησε την προσφυγιά μέσα από τον πόνο και τις διηγήσεις των προσφύγων από την Μ. Ασία. Και αυτό ισχύει και για μας που ήμασταν απόγονοι των προσφύγων, αλλά και για τους άλλους στην Ελληνική κοινωνία, που επωμίσθηκαν το βάρος της ένταξης και συνύπαρξης με τους ξεριζωμένους.

Την ξενιτιά την επιλέξαμε μετά, όταν ανοίξαμε τα φτερά μας να γνωρίσουμε τον κόσμο, να προκόψουμε, να δημιουργήσουμε. Βέβαια ξενιτιά δεν είναι μόνο η μετάβαση σε νέο άγνωστο τόπο. Ξενιτιά μπορεί να είναι και η εφηβεία και η ενηλικίωση και το πέρασμα από την ασφάλεια του πατρικού σπιτιού στην αβεβαιότητα μιας ζωής χωρίς δίχτυ ασφαλείας από κάτω.

Όλοι υπήρξαν στιγμές που νιώσαμε ξένοι, ανέτοιμοι να αντιμετωπίσουμε καταστάσεις καινούριες, άγνωστες, εχθρικές κάποιες φορές. Άλλες από αυτές τις επιλέξαμε, άλλες μας επέλεξαν.

Κι εκεί έρχεται η μνήμη να μας απλώσει χέρι να πιαστούμε. Η μνήμη είναι η γη, είναι «η μένουσα πόλις», όταν οι άνεμοι της ζωής μάς παρασύρουν και τα πανιά του σκάφους μας φαίνονται αδύνατα να κρατήσουν τη ρότα. Τα διηγήματα της συλλογής «Η Μουριά στην Τούμπα και άλλα διηγήματα» υπήρξαν για μένα η επιστροφή από την ξενιτιά σε γνώριμα εδάφη, ήταν η πυξίδα που σε δύσκολους καιρούς μου έδειχνε το δρόμο, όταν ένιωθα τον εαυτό μου να πρέπει να αναμετρηθεί με καταστάσεις πιο μεγάλες από το μπόι μου.

Το εξώφυλλο του βιβλίου

Και τέτοιες καταστάσεις βίωσα και τις δύο φορές που χρειάστηκε για λόγους σπουδών και εργασίας να ζήσω μακρυά από τον τόπο μου, την πρώτη στην Αμερική, στην Καλιφόρνια, και την άλλη στην Αυστραλία, στην Αδελαίδα και τη Μελβούρνη. Θεωρώ ότι η ενασχόληση με την Τέχνη δεν γίνεται ποτέ από περίσσευμα ψυχής. Η Τέχνη για να είναι ειλικρινής πρέπει να πατά στην έλλειψη, στην απουσία. Πρέπει να έρχεται να καλύψει κενά. Η Τέχνη δεν είναι καταρράχτης. Είναι νάμα, που στάζει κόμπο κόμπο, και όσο πιο αληθινό τόσο και πιο πολύτιμο είναι. Νομίζω πως ο ευτυχισμένος άνθρωπος είναι αυτάρκης, δεν αναζητά αποκούμπι, δεν χρειάζεται αυτήν την εσωτερική βουτιά, για να ανασύρει πολύτιμα υλικά που θα τον βοηθήσουν να πλέξει το δίχτυ ασφαλείας που χρειάζεται.

Πολλές φορές αυτά που ζούμε δεν μας κάνουν σοφότερους, αντίθετα μπορεί να μας σκοτίζουν το νου. Ο Ελύτης λέει; «Όσο γερνώ τόσο λιγότερα καταλαβαίνω. Η πείρα μου ξέμαθε τον κόσμο». Αυτός ο λόγος ένιωσα πολλές φορές να κυριαρχεί και στην δική μου ζωή. Και να με οδηγεί πίσω σε εκείνη την στέρεη γη, από την οποία πλάθαμε τα όνειρά μας όταν ήμασταν παιδιά. Στα διηγήματά μου δεν υπάρχει μυθοπλασία ούτε ωραιοποιήσεις. Υπάρχει βίωμα. Στα διηγήματα αυτά υπάρχει έντονη η απουσία, η απώλεια, υπάρχει μοναξιά, μόχθος, αγάπη, κάποιες φορές απελπισία αλλά και πολλή ελπίδα. Και όνειρα… Αλλά πάνω από όλα αλήθεια. Άνθρωποι που πέρασαν από τη ζωή μου, που σημάδεψαν τα παιδικά μου χρόνια. Υπάρχουν μυρωδιές από την κουζίνα του πατρικού σπιτιού, αρώματα από την αυλή του, ένα κομμάτι ουρανού μέσα από τον φεγγίτη της τραπεζαρίας και το θρόισμα των φύλλων της μουριάς στο βραδινό αεράκι.

Παιδικές φωνές στον αυλόγυρο του σχολείου, αλλά και στις αλάνες της γειτονιάς. Ο ήχος της καμπάνας το δειλινό. Δρόμοι σκονισμένοι, σπίτια μουντά και άλλα χαρούμενα. Και όλα αυτά σε μια γειτονιά προσφυγική, σημαδεμένη από τον ξεριζωμό και την απώλεια μα και την θερμή ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Οι ήρωές μου μπορεί να φαίνονται ασήμαντοι με την πρώτη ματιά. Μα είναι άνθρωποι μοναδικοί και ανεπανάληπτοι. Όλοι ανεξαιρέτως έβαλαν τη λαμπερή ή την σκοτεινή ψηφίδα τους πάνω στο ψηφιδωτό της ζωής.

Όταν μελετούσα τον Παπαδιαμάντη, διαπίστωσα ότι στα διηγήματά του δεν υπάρχουν ανώνυμοι ήρωες ούτε ανώνυμοι τόποι υπάρχουν. Ο Παπαδιαμάντης ακολούθησε τον Όμηρο, για τον οποίο λέει ο Δίων ο Χρυσόστομος ότι παίνεσε λίγο πολύ όλα τα πράγματα και τα ζώα και τα φυτά και το νερό και τη γη και τα άλογα. Θα έλεγα- συμπληρώνει- πως δεν υπάρχει τίποτα που να το έχει προσπεράσει χωρίς τιμή και χωρίς έπαινο. Το ίδιο και ο Παπαδιαμάντης: μας δίδαξε ότι στην λογοτεχνία υπάρχει χώρος για όλα τα μικρά και τα μεγάλα του κόσμου τούτου. Για όλα τα μυστήρια μα και για όλα τα καθημερινά και ασήμαντα που συνθέτουν τη ζωή των ταπεινών ηρώων του.

Όλοι γνωρίσαμε ανθρώπους αξιόλογους στη ζωή μας, για τους οποίους δεν έγραψε η Ιστορία. Άνθρωποι απλοί, που όμως κράτησαν στις φούχτες τους ζεστή τη μαγιά του κόσμου, με τον μόχθο τους, με τον αγώνα τους, με την υπομονή τους. Και σ΄αυτούς χρωστάμε να μην τους αφήσουμε στην ανωνυμία. Έτσι ένιωσα και έκανα μια προσπάθεια που υπήρξε τόσο λυτρωτική όσο και γενναιόδωρη σε μένα.

Πηγή : . . .

Ένα Σχόλιο to “Για τη συλλογή διηγημάτων «Η Μουριά στην Τούμπα και άλλα διηγήματα»”

  1. sklpetros Says:

    Μπράβο σου Αγγελική, εξαιρετικό.


Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.